Δι-Ιδρυματικό Πρόγραμμα Μεταπτυχιακών Σπουδών «Εφαρμοσμένη Βιοχημεία: Κλινική Χημεία, Βιοτεχνολογία και Αξιολόγηση Φαρμακευτικών Προϊόντων»
Παρουσίαση Μ.Δ.Ε.
Όνομα: Αγγελική Νάτσιου
Θέμα: «Διερεύνηση της οργάνωσης των ινών κολλαγόνου και της αρχιτεκτονικής του εξωκυττάριου χώρου στις αθηρωματικές πλάκες»
Επιβλέπουσα: Δρ. Χρυσοστόμη Γιαλελή, Ερευνήτρια, Πανεπιστήμιο Lund, Σουηδία
Ημερομηνία: 21/07/2025
Ώρα: 11:00
Zoom link:
https://upatras-gr.zoom.us/j/98403186871?pwd=2V44oOA1JG15IU8PIRaHVUpq1J3YTr.1
Περίληψη
Η αθηροσκλήρωση αποτελεί τον πρωταρχικό παράγοντα ανάπτυξης καρδιαγγειακής νόσου, την κύρια αιτία θνησιμότητας παγκοσμίως. Η παθογένεσή της ξεκινά με ενδοθηλιακή δυσλειτουργία και εξελίσσεται μέσω συσσώρευσης λιπιδίων, λέπτυνσης του ινώδους καλύμματος, ασβεστοποίησης και ανεξέλεγκτης φλεγμονής, οδηγώντας τελικά σε στένωση και ρήξη των αγγείων. Η δομή, η σύσταση και η αναδιαμόρφωση του αγγειακού εξωκυττάριου χώρου (ECM) είναι καθοριστικής σημασίας για την ανάπτυξη και εξέλιξη των αθηρωματικών πλακών. Από τα επιμέρους συστατικά του ECM, το κολλαγόνο αποτελεί θεμελιώδες στοιχείο για τη μηχανική σταθερότητα της πλάκας, καθώς συγκροτεί το ινώδες κάλυμμα. Καθώς η νόσος εξελίσσεται, η αποικοδόμηση του κολλαγόνου οδηγεί σε λέπτυνση του ινώδους καλύμματος, αυξάνοντας την ευπάθεια σε ρήξη. Πέρα από την ποσότητα του κολλαγόνου, παράγοντες όπως ο τύπος, ο προσανατολισμός, η δομική οργάνωση και ο βαθμός διασταύρωσης του κολλαγόνου είναι εξίσου σημαντικοί για τη σταθερότητα της πλάκας.
Η παρούσα μελέτη εξετάζει την οργάνωση του ECM σε ανθρώπινες αθηρωματικές πλάκες καρωτίδας, εστιάζοντας στη χωρική κατανομή και τα δομικά χαρακτηριστικά του κολλαγόνου.
Η οπτικοποίηση του κολλαγόνου πραγματοποιήθηκε μέσω ιστοχημικής χρώσης, ενώ η ποσοτική ανάλυση της αρχιτεκτονικής του ECM έγινε με τη χρήση της μακροεντολής TWOMBLI στο λογισμικό FIJI, η οποία επιτρέπει την εξαγωγή παραμέτρων, όπως ο προσανατολισμός των ινών, το μήκος και πάχος, οι διακλαδώσεις, η καμπυλότητα των ινών κολλαγόνου, καθώς και την πυκνότητα του ECM. Η ανάλυση TWOMBLI αποκάλυψε ότι οι περιοχές που είναι επιρρεπείς σε ρήξη παρουσιάζουν ένα διακριτό μοτίβο οργάνωσης του ECM, το οποίο χαρακτηρίζεται από μειωμένη πυκνότητα και πάχος ινών κολλαγόνου, απουσία οργανωμένου προσανατολισμού και πιο χαλαρή αρχιτεκτονική.
Η ισχυρή συσχέτιση μεταξύ των μετρικών που προκύπτουν από το TWOMBLI και της οπτικής ιστολογικής αξιολόγησης αναδεικνύει τη χρησιμότητα αυτής της μεθόδου για την ποσοτικοποίηση της αρχιτεκτονικής του ECM. Τα ευρήματα αυτά αναδεικνύουν τον κρίσιμο ρόλο της οργάνωσης του ECM - και συγκεκριμένα της δομής του κολλαγόνου - στον καθορισμό της σταθερότητας της πλάκας. Τα διακριτά πρότυπα οργάνωσης του κολλαγόνου μπορούν να χρησιμεύσουν ως δείκτες αυξημένης ευπάθειας, προσφέροντας δυνητικούς βιοδείκτες για την αξιολόγηση του κινδύνου ρήξης.